Πως γίνεται η διάγνωση; 

Η διάγνωση της ΠΣ γίνεται αποκλειστικά από ιατρό νευρολόγο και στηρίζεται αφενός στο ιστορικό, τα συμπτώματα και την κλινική εικόνα του ασθενούς κι αφετέρου στα ευρήματα του απεικονιστικού ελέγχου του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού με μαγνητική τομογραφία. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να κριθούν αναγκαίες περαιτέρω εργαστηριακές εξετάσεις με σκοπό τον αποκλεισμό νοσημάτων που μπορεί να μιμηθούν τη ΠΣ.

Εάν έχω διαγνωσθεί με ΠΣ, ποιους επαγγελματίες υγείας χρειάζομαι για την διαχείριση της νόσου; 

Αν και η διάγνωση και η επιλογή της πλέον ενδεδειγμένης θεραπείας αποτελούν αρμοδιότητα του θεράποντος νευρολόγου, στην πορεία της νόσου ο/η ασθενής θα χρειαστεί την υποστήριξη μιας πολυδύναμης ομάδας επαγγελματιών υγείας. Αναφορικά με τις λοιπές ιατρικές ειδικότητες, κατά περίπτωση μπορεί να χρειαστεί η παρέμβαση και η αρωγή ψυχιάτρου, ουρολόγου και οφθαλμιάτρου. Σημαντικότατος είναι και ο ρόλος του φυσιάτρου που σχεδιάζει το πλάνο της θεραπείας αποκατάστασης με τη συμμετοχή φυσιοθεραπευτή, εργοθεραπευτή και λογοθεραπευτή. Η προσφορά ψυχολόγου μπορεί να είναι πολύτιμη, ενώ κι ο ρόλος του διατροφολόγου κερδίζει συνεχώς κύρος. Τέλος να μη λησμονήσουμε την προσφορά του κοινωνικού λειτουργού σε θέματα που αφορούν την καθημερινότητα των ασθενών και τις σχέσεις τους με το κράτος και τους φορείς του.

Πότε πρέπει να αρχίσω θεραπεία; Πρέπει να ακολουθώ πιστά την φαρμακευτική αγωγή, ακόμα κι αν δεν έχω συμπτώματα;

Σύμφωνα με τα βιβλιογραφικά δεδομένα η συζήτηση για την έναρξη φαρμακευτικής αγωγής θα πρέπει να ξεκινά από τη στιγμή που τεκμηριώνεται η διάγνωση. Η έγκαιρη έναρξη θεραπείας προστατεύει σε βάθος χρόνου από υποτροπές της νόσου, νέες εστίες απομυελίνωσης και επιβάρυνση της κλινικής εικόνας των ασθενών. Ακόμη κι εάν δεν υπάρχουν συμπτώματα η συνεπής λήψη της κατάλληλης προφυλακτικής θεραπείας εξασφαλίζει τα καλύτερα αποτελέσματα.

 

Πώς θα αποφασίσω ποια θεραπεία να ακολουθήσω και ποιον γιατρό θα πρέπει να ακούσω;

Ο νευρολόγος είναι ο γιατρός εκείνος που είναι ο αρμόδιος αφενός να θέσει τη διάγνωση της ΠΣ και να τη διακρίνει σε υποτροπιάζουσα και πρωτοπαθώς ή δευτεροπαθώς προϊούσα κι αφετέρου να προτείνει με βάση τα ατομικά χαρακτηριστικά του ασθενούς τις πλέον ενδεδειγμένες θεραπευτικές επιλογές. Η πληθώρα των διαφορετικών θεραπειών που είναι διαθέσιμες σήμερα επιτρέπουν την εξατομίκευση της θεραπείας και σε πολλές περιπτώσεις δίνουν τη δυνατότητα επιλογής με βάση αυστηρά προσωπικά κριτήρια (επαγγελματικές υποχρεώσεις, ευκολία χρήσης, συναισθηματικού παράγοντες κλπ.).

Ο νευρολόγος οφείλει με ειλικρίνεια και αξιοπιστία να ενημερώσει και να προτείνει και να βοηθήσει με τον καλύτερο τρόπο τον ασθενή να πάρει τις αποφάσεις του. Ο γιατρός δεν είναι ο οδηγός, αλλά ο σταθερός συνοδοιπόρος στο μακρύ ταξίδι της ΠΣ. Για αυτή τη διαδρομή είναι απαραίτητη η οικοδόμηση μιας σχέσης αμοιβαίου σεβασμού και εμπιστοσύνης. Η καλή επικοινωνία και συνεννόηση αποτελεί την εγγύηση για καλή συμμόρφωση στη θεραπεία από την πλευρά του ασθενούς και άμεση αναγνώριση τυχόν προβλημάτων από την πλευρά του γιατρού. Είναι εύλογο και απολύτως θεμιτό ο ασθενής να αναζητήσει και δεύτερη και τρίτη γνώμη και τέλος να επιλέξει τον γιατρό του με βάση τις δικές του ανάγκες και επιθυμίες. Η όποια εξειδίκευση, η φήμη και οι ακαδημαϊκές περγαμηνές του γιατρού δεν φτάνουν εάν δεν συνοδεύονται από σωστή συμπεριφορά,  επαφή και υποστήριξη.

Ποια είναι τα συνηθισμένα συμπτώματα της ΠΣ;

Η ΠΣ χαρακτηρίζεται από μεγάλη ποικιλία συμπτωμάτων, τα οποία εξαρτώνται από την εντόπιση των αντίστοιχων απομυελινωτικών εστιών εντός του κεντρικού νευρικού συστήματος. Η θόλωση της όρασης στο ένα μάτι, το μούδιασμα ή η αδυναμία ενός μέλους του σώματος, η διπλωπία και διαταραχή της ισορροπίας αποτελούν συχνά συμπτώματα και ενίοτε τις πρώτες κλινικές εκδηλώσεις της νόσου που τελικά οδηγούν στη διάγνωση.

Θα μπορώ να εργαστώ μετά την διάγνωση; Μπορώ να γυμνάζομαι, να ταξιδεύω, να συνεχίσω τα χόμπι μου;

Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά είναι απόλυτα θετική. Άλλωστε κοινός στόχος ασθενούς και ιατρού είναι η εξακολούθηση για όσο το δυνατόν περισσότερο μιας φυσιολογικής καθημερινότητας χωρίς περιττούς περιορισμούς και στερήσεις. Εάν τυχόν με το πέρασμα του χρόνου προκύψουν αντικειμενικές δυσκολίες, τότε θα πρέπει με την κατάλληλη καθοδήγηση και υποστήριξη να γίνουν οι κατάλληλες προσαρμογές με στόχο τη μεγαλύτερη δυνατή αυτονομία και δραστηριότητα.

Παίζει ρόλο το κάπνισμα και η διατροφή στην ΠΣ;

Έχει διαπιστωθεί ότι το κάπνισμα σχετίζεται με αυξημένο αριθμό ώσεων της νόσου, ενώ φαίνεται να εξασθενεί και τη δραστικότητα ανοσοτροποιητικών θεραπειών. Αυτό έχει πλέον ως συνέπεια να συνιστάται σε ασθενείς με ΠΣ ανεπιφύλακτα η διακοπή του καπνίσματος. Αναφορικά με τη διατροφή έχουν κατά καιρούς ακουστεί διάφορες θεωρίες, χωρίς όμως να έχουν επιβεβαιωθεί. Σε κάθε περίπτωση μια υγιεινή, πλήρης και ισορροπημένη διατροφή που συνεισφέρει και στον έλεγχο του σωματικού βάρους έχει ευεργετική δράση. Η συνεισφορά ενός διατροφολόγου μπορεί να είναι πολύτιμη.