Η αποκάλυψη της δράσης του ψευτογιατρού – φυσικοθεραπευτή, που υποσχόταν θεραπεία με βλαστοκύτταρα σε ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση και άλλες νευρολογικές ασθένειες, άνοιξε εκ νέου τη συζήτηση για την προστασία ευάλωτων ασθενών από ανάλογες απάτες, που όπως και στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να οδηγήσουν ορισμένους ακόμα και στον θάνατο.

Με φόντο τις συνεχιζόμενες αποκαλύψεις, ο καθηγητής Νευρολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΑΠΘ, Νικόλαος Γρηγοριάδης (φωτογραφία) μιλά στο iatronet.gr για την φύση της ασθένειας και τις 18 θεραπευτικές επιλογές που έχουν στη διάθεσή τους οι γιατροί, αλλά και για τα προγονικά αιμοποιητικά κύτταρα, που χορηγούνται ως έσχατο μέτρο σε ακραίες περιπτώσεις, σε εξειδικευμένα κέντρα υπό πολύ αυστηρές προϋποθέσεις. Παράλληλα, μιλά με παρρησία για την ευθύνη της ίδιας της ιατρικής κοινότητας, η οποία μέσα από την επικοινωνία με τον ασθενή μπορεί να περιορίσει τον χώρο δράσης των εμπόρων ελπίδας. Όπως λέει, το υπό έγκριση Σχέδιο Δράσης της Ελληνικής Ακαδημίας Νευροανοσολογίας για την δημιουργία Εθνικού Δικτύου για την πολλαπλή σκλήρυνση, δεν θα επιτρέπει τέτοιου είδους απάτες στο μέλλον.

Εκμεταλλεύονται την απόγνωση

Αρκετοί ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση μπορεί να αποφασίσουν στην πορεία διαχείρισης της χρόνιας νόσου να αναζητήσουν κάτι διαφορετικό, λόγω μη ικανοποίησης των προσδοκιών τους, ρεαλιστικών ή μη, ή από άλλη αιτία. “Άνθρωποι σαν αυτόν που μας απασχολεί αυτές τις μέρες εκμεταλλεύονται την απόγνωση ή μια ψυχική κατάσταση αδιέξοδη που βιώνουν οι ασθενείς σε κάποια στάδια της ζωής τους και να τους προτείνουν ακραίες ‘θεραπείες’, πουλώντας ελπίδα με τρόπο επιστημονικά, δεοντολογικά και ηθικά απαράδεκτο”, σημειώνει ο κ. Γρηγοριάδης και προσθέτει: “το έχουμε δει και σε άλλες περιπτώσεις, αλλά δεν  γίνονται ευρέως γνωστές, επειδή δεν έχουν κάποια ακραία κατάληξη, όπως εν προκειμένω τον θάνατο ασθενών”.

Ο καθηγητής διευκρινίζει πως η διακοπή της επίσημης, αναγνωρισμένης και εγκεκριμένης θεραπείας συνεπάγεται με βεβαιότητα επιδείνωση της κατάστασης του ασθενούς, επανενεργοποίηση της νόσου και διάφορες επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής του, ανάλογα με το προφίλ του ασθενούς. Διευκρινίζει ότι ο κίνδυνος για τη ζωή του δεν οφείλεται στη διακοπή της θεραπείας, αλλά θα μπορούσε να προέλθει από τη χορήγηση άλλων μη πιστοποιημένων σκευασμάτων. “Η νόσος δεν είναι θανατηφόρα από μόνη της, ο κίνδυνος από τη διακοπή της θεραπείας δεν είναι ίδιος με αυτόν που διατρέχει ένας καρκινοπαθής, αλλά σίγουρα επιφέρει μια αρνητική εξέλιξη”, αναφέρει.

Ως προς τα σκευάσματα που φέρεται πως χορηγούσε ο ψευτογιατρός, τονίζει πως πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω η σύνθεσή τους, η δοσολογία και κυρίως οι συνθήκες χορήγησής τους. “Αν δεχτούμε πως ήταν νερό με γλυκόζη, όπως προέκυψε, δεν ξέρουμε πώς και υπό ποιες συνθήκες παρασκευαζόταν αυτό το διάλυμα, και κυρίως κάτω από ποιες συνθήκες χορηγούνταν”, υπογραμμίζει και εξηγεί: “Στην Ιατρική, όταν κάνουμε αυτό που λέμε ενδοθηκική χορήγηση κάποιου φαρμάκου, δηλαδή με οσφυονωτιαία παρακέντηση κατευθείαν στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό, αυτό το οποίο χορηγούμε πρέπει να είναι απόλυτα ελεγμένο, ως προς το εάν είναι στείρο μικροβίων και δεν περιέχει τοξικές ουσίες ή έκδοχα που μπορούν να οδηγήσουν σε κάποια δυσμενή κατάληξη για τον ασθενή”.

Οι 18 θεραπευτικές επιλογές και τα βλαστοκύτταρα

Οι θεραπευτικές επιλογές για την σκλήρυνση κατά πλάκας είναι 18 τον αριθμό. “Όλες έχουν να κάνουν με το ανοσοποιητικό σύστημα, τροποποιώντας τη δράση του. Δεν μπορεί να μην υπάρχει μια θεραπεία κατάλληλη για έναν ασθενή ώστε να καταφέρουμε στο τέλος να ελέγξουμε την ενεργότητα της νόσου, ειδικά εάν αναφερόμαστε στη μορφή με εξάρσεις και υφέσεις”, σημειώνει ο καθηγητής.

Σε ό,τι αφορά τα βλαστοκύτταρα, αναφέρει πως “προγονικά κύτταρα κυρίως των αιμοποιητικών κυττάρων χρησιμοποιούνται από την επίσημη Νευρολογία ως θεραπεία στην πολλαπλή σκλήρυνση σε πολύ ακραίες μορφές της, ως το έσχατο μέτρο”, προσθέτοντας πως “ακόμα δεν είναι απολύτως σαφές σε ποια μορφή νόσου και σε ποιους ασθενείς είναι ορθό να τα δώσει κανένας και ποια θα είναι τα προσδοκώμενα αποτελέσματα”. Σε κάθε περίπτωση, όπως διευκρινίζει, η εφαρμογή μιας τέτοιας θεραπείας γίνεται στα πλαίσια επίσημης κλινικής μελέτης και σε αναγνωρισμένο εξειδικευμένο μεταμοσχευτικό κέντρο. “Ακόμα κι αν κάποιος είναι γιατρός, αυτά δεν γίνονται στα γραφεία και σε μια καρέκλα πάνω. Δεν μπορώ να φωνάξω τον ασθενή στο γραφείο μου και να του πω ‘έλα να σου βάλω βλαστοκύτταρα’”.

Ο ρόλος και η ευθύνη των ιατρών

“Το πρώτο που σκέφτηκα ως γιατρός, μαθαίνοντας για αυτή την ιστορία, είναι το ποια μπορεί να είναι η ευθύνη που μας αναλογεί, ημών των ιατρών, απέναντι σε τέτοιες καταστάσεις”, λέει ο κ. Γρηγοριάδης, παρατηρώντας πως “πάντα οι απατεώνες ψάχνουν να βρουν τρόπο για να εξαπατήσουν εκμεταλλευόμενοι τον ανθρώπινο πόνο προσφέροντας φρούδες ελπίδες. Το θέμα είναι αν εμείς κάνουμε όλα όσα μπορούμε για να μην τους αφήσουμε χώρο για να το κάνουν”.

Σύμφωνα με την προσέγγισή του, η επιστημονική κοινότητα πρέπει να αναλογιστεί αν μπορεί να το πετύχει μέσα από την καλύτερη επικοινωνία του ιατρού με τον ασθενή. “Με περισσότερο χρόνο σε αυτή την επικοινωνία μπορούν να λυθούν απορίες του ασθενή και να κερδηθεί μια εμπιστοσύνη προς το γιατρό, ώστε να πορευτούν μαζί σε ένα ταξίδι μακρύ και δύσκολο. Έχει να κάνει με το όλο πλαίσιο διαχείρισης αυτής της νόσου και το κατά πόσο αυτό το πλαίσιο επιτρέπει να παρεισφρέουν τέτοιου είδους απατεώνες, εν αγνοία φυσικά και του θεράποντος γιατρού”, σημειώνει.

Ο ίδιος προσδοκά πως ο χώρος δράσης των απατεώνων θα περιοριστεί στο ελάχιστο με το Σχέδιο Δράσης που έχει κατατεθεί προς έγκριση στο Υπουργείο Υγείας για την διαχείριση της πολλαπλής σκλήρυνσης μέσω της Δημιουργίας Δικτύου σε Εθνικό Επίπεδο. “Μέχρι στιγμής, έχουν ανταποκριθεί με ενθουσιασμό όλα τα μεγάλα νοσοκομεία της Ελλάδος και αναμένουν την έναρξη υλοποίησης και λειτουργίας του σχετικού προγράμματος. Ένα τέτοιο περιβάλλον καινούργιο δεν πρόκειται να επιτρέψει αυτού του είδους απατεωνιές στο μέλλον”, καταλήγει.